....η στιγμή που ποτέ δεν πιάνεται!

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Κυριακή, Μαρτίου 18, 2007

Έχω κάψει....

Σάββατο 1 Ιουλίου 2006

«Τώρα καις,
μα δεν καις,
συ δεν είσαι που έγραφες χθες;»

«Έχω ψάξει!» (μα αδύνατον να τα βρω!)

«Παραποιημένα λόγια....» τραγουδιών,
μα μόνο έτσι μπορώ να ξεκινήσω, αφού ξημέρωσε Σάββατο, 1η Ιουλίου 2006, (Καλό μας μήνα!) η ώρα είναι 4 παρά 5 και στις 6 και μισή πρέπει να είμαι έτοιμη, για να περάσουν να με πάρουν.
Ξάπλωσα να κοιμηθώ, αλλά πως; Το μυαλό δουλεύει συνέχεια. Σηκώθηκα κι εγώ να γράψω το νέο μου πρόβλημα, που με βασανίζει τις τελευταίες μέρες.
Ας τα πάρουμε απ΄την αρχή. Εδώ και λίγους μήνες, συγκέντρωσα όλα τα γραπτά μου απ΄τις διάφορες κρυψώνες τους. Τα αρχειοθέτησα κατά ημερομηνίες, τις χύμα σελίδες τις τακτοποίησα σε μεγάλα κλασέρ. Τα έβγαλα μερικές μέρες να «αεριστούν» και τα "χαντάκωσα" πάλι σε μεγαλύτερες κρυψώνες.
Άρχισα να γράφω καθημερινά μόλις αρρώστησε η Μάννα. Μη ρωτήσετε πόσα είναι όλα, γιατί θα φρίξετε! Το θέμα δεν είναι αυτό. Δεν στεναχωρέθηκα που λείπουν μήνες ή και χρονιές ολόκληρες, αλλά μου στοίχησε που δεν βρήκα κάποιες συγκεκριμένες ημερομηνίες κι αυτές οι μέρες ήταν πολύ σκληρές.
Θυμάμαι περίπου τι έγραφα....
Ήταν οι δυο φορές με την εκταφή της Μάννας. Η πρώτη φορά ειδικά ήταν σε χύμα σελίδες. Ήμουν στην δουλειά και αμέσως μετά το σχόλασμα έπρεπε να πάω στο Νεκροταφείο, για την "μεγάλη συνάντηση" με την Μάννα, αφού την «έκρυψαν» στο χώμα.....
Θυμάμαι προσπαθούσα να κλείσω και να συμφωνήσω λογιστικές καταστάσεις. Είχαν γίνει μούσκεμα απ΄το κλάμα. Είχαν γίνει οι δεκάδες χιλιάδες κι οι χιλιάδες εκατομμύρια, τα «μηδενικά» χόρευαν στα μάτια μου, και τα "μηδένιζαν" όλα.ώσπου κάποια στιγμή με κατάλαβε η προισταμένη και ήρθε και μου τις πήρε ευγενικά. Ήταν και θεωρημένες απ΄την Εφορία και δεν σήκωναν μουντζούρα.
"Κατερίνα, δώσε σε μένα τις καταστάσεις και γράψε να εκτονωθείς!"
Τα λόγια της ήταν λύτρωση για μένα, καλή της ώρα!
Έγραψα, έγραψα, έκλαψα, έκλαψα!
Αυτές τις χύμα σελίδες λοιπόν και του μετά.... και της δεύτερης εκταφής, δεν τις βρίσκω. Απόψε θυμήθηκα ότι έχω κάψει πολύ γραπτό, το 1998, όταν ήθελα να ζήσω τον πρόλογο απ΄την β΄έκδοση του βιβλίου της Μάννας με υπότιτλο «Η αλήθεια πονά». Έτσι κάνω εγώ. Επειδή τα βιβλία μου είναι αληθινές ιστορίες σκηνοθετώ και τον επίλογο. Σ΄αυτό σκηνοθέτησα τον πρόλογο, με ένα μικρό ψεματάκι, γιατί ο σκοπός ήταν ιερός. Εκεί, μια και απευθυνόμουν στους ίδιους περίπου αναγνώστες, αφού το βιβλίο δινόταν από χέρι σε χέρι, προσπάθησα να το ξεκινήσω σαν μυθιστόρημα.
Η Ελπίδα απογοητευμένη απ΄τον εκδοτικό οίκο, που της επέστρεψε το βιβλίο κ.λ.π κ.λ.π άρχισε να καίει μια μια σελίδα στο τζάκι της κ.λ.π κ.λ.π. κι έτσι παρουσίαζα πάλι το ημερολόγιο, αλλά εκδίδοντας και διαφορετικές ημερομηνίες, όπου γινόταν.
Εκείνο το βράδυ έκαψα πολύ πράγμα. Έννιωθα όπως η ηρωίδα, αλλά έκανα το μεγάλο λάθος, να μην ελέγξω τι πραγματικά έκαιγα. Εμένα μ΄ενδιέφερε να ζήσει το βιβλίο της Μάννας «το γράμμα στη Μάννα με δυο ν», που μου είχε επιστρέψει ο εκδοτικός οίκος και φυσικά δεν θα το έκαιγα ποτέ! Στο βιβλίο έγραψα ότι το έκαψα, ενώ η αλήθεια δεν είναι αυτή. Η αλήθεια είναι ότι το πρώτο μου αντίγραφο που μόνο ο Θεός ξέρει την ιστορία του για να ολοκληρωθεί, το χάρισα για πάντα στη Μάννα!
Πώς; Βάζοντάς το στο κουτάκι.... με ότι απέμεινε από ΄Κείνη και το μετέφερα στο χωριό. Εκεί, στο Νεκροταφείο «που είναι όλα τζάμπα!», όπως έλεγε.
Την Μάννα την άφησα πάνω σε μνήματα συγγενών για πολλά χρόνια. Μέχρι που ενημερώθηκαν όσοι δεν ήξεραν ότι Έφυγε και μέχρι που την έμαθαν και οι νεότεροι!Μέχρι που τελείωσαν οι συγγενείς και η «φιλοξενία», σε άλλα μνήματα δεν επιτρεπόταν και με μάλωσε ο παπάς, φοβούμενος απ΄ αυτά που ακούει στην τηλεόραση για ιεροσυλίες σε Νεκροταφεία.
"Κατερίνα, πρέπει να την βάλλεις στο οστεοφυλάκιο. Δεν είναι σωστό αυτό που κάνεις", μου έλεγε.
Τον άκουσα κι εγώ και την προστάτεψα. Εκεί μέσα ξεχώριζε ακόμα καλύτερα, απ΄τα διόροφα και πλούσια μνήματα που είχε έξω. Οι πλούσιοι συγγενείς μόνο για τον έξω χώρο ενδιαφέρθηκαν. Μετρημένοι είχαν μαρμάρινα κουτιά. Αν και η Μάννα ήθελε να περνά απαρατήρητη και δεν θα της άρεσαν οι κινήσεις μου, εγώ μου φαίνεται γεννήθηκα γι΄αυτόν το σκοπό. Για να την δοξάσω και να δώσω ένα καλό μάθημα σε όσους περιφρονούν τους φτωχούς ανθρώπους.
Μέχρι κει, όλα καλά. Αλλού είναι το πρόβλημα.Έλα μου ντε, όμως, που προχθές, πήγα στο μάρκετ και χαζεύοντας κάτι προσφορές, απέναντι από ένα καλάθι, βλέπω ένα παπά να με κοιτάζει κατάματα!
"Γειά σου, Κατερίνα!"
"Γειά σου παπά Νικόλα!" ( κ.λ.π. κ.λ.π.)
"Έγινε παπά μου το καινούργιο οστεοφυλάκιο", τον ρώτησα, αν και ήξερα, γιατί τώρα πάω πολύ συχνά στη Μάννα. ( Έχει υπομονή Αυτή. Ξέρει και περιμένει τα καλοκαίρια).
"Έγινε Κατερίνα και τώρα θα κάνουμε τα ράφια. Όμως...."
Το περίμενα! Δεν ήξερα για ράφια, το «όμως», όμως, το φανταζόμουν αλλά, όχι έτσι ακριβώς....
"......όμως, με τη μαμά σου, θά ΄χουμε πρόβλημα!"
"Γιατί παπά μου; Τι έκανε πάλι η μαμά μου;"
"Γιατί πρέπει να την βγάλεις απ΄αυτό το μεγάλο μαρμάρινο κουτί και να την βάλλεις σε τσίγγινο, όπως θα έχουν και οι άλλοι!"
"Αμ, παπά μου, άμα έχουν και οι άλλοι και όλοι πια είναι ίσοι εκεί μέσα, κανένα πρόβλημα! Σπάσε το μάρμαρο και βγάλ΄την αύριο κι όλας! ΄Ομως...."
Όμως, (Αχ! Αυτό το «όμως»!) ήρθε η ώρα να του αποκαλύψω το μεγάλο μου μυστικό!
" Όμως παπά μου, εκεί μέσα, πάνω απ΄το τσίγγινο κουτί..... θα βρείς ένα άσπρο μαξιλάρι με δαντέλα, που εκεί μέσα έχει ένα λουλουδάτο κλασέρ, με τις σελίδες του βιβλίου της, τις πρώτες εκτυπώσεις, αυτές που έστειλα" κ.λ.π. κλ.π.
"Γιατί το ΄βαλλες εκεί;"
Τι να του πω τώρα; Ότι αφού δεν «πέταξε» στον ουρανό, όπως της έγραφα, πάρ΄ το μαζί σου στο χώμα; Κι ότι μπορεί να μην είχε τύχη στην δική μας εποχή, αλλά μετά από χιλιάδες χρόνια, μπορεί σε μια ανασκαφή να το βρουν Άνθρωποι της Άλλης εποχής και να τους αρέσει;
Του είπα και τα νέα, ότι βγήκε η Τρίτη έκδοση από Αθήνα, εκδόσεις Καλυδών, κι ότι κάνω πολλά όνειρα για το χωριό κ.λ.π. κ.λ.π.
Ο διάλογος συνεχιζόταν από απέναντι απ΄ την καλαθούνα, γιατί για να σμίξουμε, έπρεπε να διανύσουμε πολλά μέτρα και δεν μπορούσαμε να διακόψουμε την συζήτηση. Ήμασταν και οι δυο βιαστικοί.
Φεύγοντας εκείνος πρώτος, μου είπε:
"Θα σε ειδοποιήσω να ΄ρθείς εσύ! Δεν αναλαμβάνω τίποτα εγώ!"
Τά ΄χασε κι ο παπάς! Τον κούφανα! Ούτε εγώ ήξερα τι να το κάνει το βιβλίο. Να το πάρει ενθύμιο;
Μακάβριο ακούγεται.....
Άλλωστε εγώ, στη Μάννα το είχα χαρίσει!
Να το πετάξει στα σκουπίδια; Όχι βέβαια!
Να το κάψει; Με ποιο δικαίωμα;
Τι να το κάνει;Έλα μου, ντε!
Κι εδώ φτάσαμε στο πρόβλημα. Εγώ, τι θα κάνω;
Τι έχω κότσια να κάνω; Μήπως να τα κάψω «όλα» μαζί; Σε λίγα χρόνια θα καίγονται οι νεκροί και στην Ελλάδα κι εγώ κολλάω σε 200 κόλες χαρτί;

Πήγε 6! Ξημέρωσε! Καλημέρα καινούργια μέρα! Καλώς ήρθες Ιούλιε!Ο άντρας μου έχει μια ώρα που δουλεύει ήδη. Καλή δύναμη άντρα μου! Άλλη μια φορά που δεν σου είπα ένα μου πρόβλημα. Σου φτάνει η κούραση. «Έχω φίλους» τώρα και συζητάω μαζί τους. Να μη σε ζαλίζω κι εσένα.
Καλημέρα σε όσους ξυπνάτε τώρα. Για να μην σας χαλάσω τη μέρα, «το πήρα αλλιώς» κι έγραψα χιουμοριστικά. Δεν νιώθω ακριβώς έτσι, αλλά πρέπει να βγάλω κι εγώ «όρθια» την μέρα μου, γιατί θα κοιμηθώ για βράδυ Παρασκευής, το Σάββατο πρωί. (Αν δεν έχω κι άλλο έκτακτο ταξίδι).
Να είστε όλοι σας καλά!

ΤΙΤΛΟΙ

Συνολικές προβολές σελίδας