....η στιγμή που ποτέ δεν πιάνεται!

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Κυριακή, Μαΐου 27, 2007

Το σχόλιο που έγινε ποστ! Α.Α.Ν. 26

Ανταπόκριση από Νοσοκομείο 26

Το σχόλιο που έγινε ποστ

Δεν πρόλαβα σήμερα να ανεβάσω ποστ, ούτε να απαντήσω στα σχόλια. Ο νεροχύτης ήταν γεμάτος, τα πλυντήρια ήθελαν άπλωμα, η μάννα περίμενε το σταράκι της, δεν πρόλαβα. Τόσα έγραφα, ένας ανώνυμος με ρωτούσε γιατί την πεθερά μου την λέω γιαγιά. Δεν το φανταζόμουν ότι αυτά που έγραφα είχαν αρνητική χροιά. Ένας άλλος, πάλι ανώνυμος έλεγε κάτι για ξεμυαλίσματα, ξεμαλλιάσματα, δεν κατάλαβα. Είχα ξεχάσει και τα γυαλιά στο Νοσοκομείο, δεν έβλεπα καλά. Ήθελα να του (της; δεν ξέρω) πω τόσα πολλά, μα δεν προλάβαινα.
Θα απαντήσω αύριο, οπωσδήποτε.
Τι χαζή που είμαι; Πώς δεν το σκέφτηκα; Θα απαντήσω από τώρα εδώ και αύριο το μεταφέρω στα σχόλια. Τώρα που δεν με κυνηγάει ο χρόνος.

Ανώνυμε, (ανώνυμη;) ευχαριστώ για τα περαστικά. Να σου εξηγήσω:
Θα είμαι πολύ ειλικρινής μαζί σου. «Εκ βαθέων»! που λένε. Σ’ ευχαριστώ που μου έδωσες την ευκαιρία να το «ψάξω» κι εγώ. Προέκυψε και δεν το είχα καταλάβει. Το σχόλιό σου μ’ έκανε να ψυχαναλυθώ σ’ αυτό το θέμα. Είδα κι εγώ ότι στις προχθεσινές ανταποκρίσεις, αλλού την έλεγα μαμά, αλλού πεθερά, αλλού γιαγιά. Θυμάμαι ότι όταν έγραφα τη λέξη πεθερά, δε μου χτύπαγε καλά, αλλά το άφηνα. Αντιθέτως το «γιαγιά», ποτέ δεν με ενόχλησε και ίσως θα έπρεπε. Απ’ τα’ απόγευμα παρακολουθώ τις συζητήσεις της οικογένειας, σκαλίζω και το τώρα και το παρελθόν και δεν θα το πιστέψεις, αλλά διαπίστωσα ότι και ο άντρας μου και η κουνιάδα μου, γιαγιά και παππού τους ανεβάζουν, με το ίδιο τους κατεβάζουν. Μάλλον αυτοί με κόλλησαν και έγινε συνήθεια. Μετά ψάχτηκα να βρω από πού κατέληξε αυτό. Θυμάμαι στα νιάτα μας, δεν τους αποκαλούσαμε έτσι. Κατέληξα λοιπόν, πως μεγαλώνοντας εμείς και τα παιδιά μας, όπως και τα παππούδια, προέκυψε, γιατί έχουν τέσσερα εγγόνια. Στη μέση πάντα τα εγγόνια της κουνιάδας μου με τα παππούδια, γιατί μεγάλωσαν και ζουν όλοι μαζί, έμεινε αυτό το γιαγιά και παππούς και στην κουνιάδα μου και στον μπατζανάκη μου, μάλλον από συνήθεια, κι απ’ ότι είδα, συνηθίζετε στα χωριά. Άκουσα κι άλλους να τους αποκαλούνε έτσι. Άλλο λόγο γι’ αυτούς δεν μπορώ να πω. Περισσότερη ψυχανάλυση για κείνους, δεν μπορώ να σου κάνω, ακόμα και για τον άντρα μου. Με την πρώτη ευκαιρία όμως θα τους ρωτήσω και θα σου γράψω τις απαντήσεις τους.
Θα σου πω όμως για μένα, που ξέρω.
Πρώτα απ’ όλα, αν ζούσε ακόμη η μάννα, δεν παίρνω κι όρκο, αλλά δεν νομίζω ότι όταν θα μιλούσα για Κείνη, ότι θα την αποκαλούσα «γιαγιά», ούτε με σφαίρες! Δίνω τέτοια βαρύτητα στις λέξεις, που δεν το νομίζω. Λέω η κόρη μου, ο γιος μου, ο άντρας μου, η αδελφή μου κ.λ.π και νιώθω την λέξη σε όλες της τις διαστάσεις. Εδώ με την πεθερά μου, δεν ξέρω τι έγινε. Με τον πεθερό μου ξέρω κι ας ξεκινήσουμε από κει, που είναι πιο ξεκαθαρισμένο.
Όταν αρραβώνιασα και έπρεπε να τον φωνάζω «μπαμπά», είχα μεγάλο πρόβλημα.
Η λέξη αυτή ήταν άγνωστη στα δικά μου χείλη, μια κι ο πατέρας μου πέθανε όταν ήμουν 3 ετών και δεν έχω αναμνήσεις. Η μάννα δεν μου μίλαγε πολύ για Κείνον, ώστε να έχω συμφιλιωθεί με την λέξη, σαν άκουσμα. Απ’ ότι θυμάμαι, δεν πρέπει να ρώταγα κι εγώ ή παραιτήθηκα μεγαλώνοντας. Θα σε γελάσω. Κι αν ρώταγα, πρέπει να τον έλεγα «πατέρα», γιατί θυμάμαι κάποιες απαντήσεις της μάννας:
«Εκείνο το δέντρο το φύτεψε ο πατέρας ή καλύτερα, η πατέρας». Έτσι μίλαγαν στα χωριά. Τους κάνανε θηλυκούς τους άντρες, στην γλώσσα όμως.
Έτσι λοιπόν θυμάμαι ότι κολλούσα κάθε φορά που έπρεπε να φωνάξω τον πεθερό μου. Τον έλεγα «μπαμπά» και ακουγόταν στ’ αυτιά μου σαν Κινέζικα, που δεν ξέρω. Πατέρα δεν μπορούσα να τον φωνάξω. Το έβρισκα ψυχρό. Όταν έπρεπε να μιλήσω για κείνον όμως, τον αποκαλούσα πεθερό μου, μα δεν το έβρισκα τόσο κρύο, όπως τη λέξη πεθερά. Ίσως αυτή την κρυάδα στο άκουσμα της λέξης «πεθερά» να μου την μετέδωσαν ακούσματα από νύφες, και τηλεόραση. Δεν ξέρω, θα σε γελάσω.
Αυτά όσον αφορά τον πεθερό μου. Όπως τον φώναζα στα νιάτα μου τον φωνάζω κι όταν μιλώ για κείνον πιο πολύ χρησιμοποιώ το πεθερός μου. Αυτές τις μέρες κόλλησα το «παππούς» απ’ την κουνιάδα μου. Ήταν πρόσφατο, έτυχε να γράψω και μεταφέρθηκε κι εδώ.
Τώρα θα μπορούσαμε να πούμε, γιατί την κουνιάδα μου δεν την λέω «αδελφή»;
Δεν συνηθίζεται και την γλύτωσα. Δεν θέλω όμως να γράψω το όνομά της, ούτε να της δώσω ψεύτικο, γι’ αυτό την αποκαλώ έτσι. Λες να την φώναζα «κουνιάδα;» Κι όταν μιλάω για κείνη σε άλλους, με το όνομά της την αποκαλώ. Δεν λέω ποτέ κουνιάδα μου. Εδώ προέκυψε. Όπως και το μπατζανάκης! Λέξεις ξεχασμένες από μένα. Αυτές τις μέρες που είμαστε σε συνεχή επαφή θυμήθηκα ότι είμαι κι εγώ «νύφη», γιατί είχα ξεχαστεί με το Κατερίνα.
Ήθελα να σου πω λοιπόν, ότι προέκυψε. Προσαρμόζομαι με τους ανθρώπους που είσαι σε επαφή κάθε φορά. Πάντως την πεθερά μου, είχα σκοπό να γράψω πολλά, αλλά ήδη πήγε μακριά η βαλίτσα και πρέπει να σταματήσει.
Την έλεγα και την λέω «μαμά» όταν μιλάω μαζί της. (Όπως και τον «μπαμπά»).
Όταν μιλάω σε τρίτους «πεθερά». Όταν μιλάω με τους συγγενείς της «γιαγιά».
Μεταξύ των τριών υπάρχει μεγάλη απόσταση και τώρα που το φιλοσόφησα, θα συνεχίσω να τους αποκαλώ σε τρίτους ή όταν γράφω γι’ αυτούς : «γιαγιά» και «παππού», γιατί το βρίσκω πιο ζεστό και πιο αληθινό. Δεν είναι η μαμά μου, δεν είναι ο μπαμπάς μου, είναι οι γονείς του άντρα μου και να είναι γεροί οι άνθρωποι, να ζήσουν να τους χαιρόμαστε, να έχουν καλά γεράματα και μακάρι η ουσία των σχέσεων μας να βρίσκεται στα αισθήματα και στις πράξεις μας και όχι στο πως αποκαλούμαστε μεταξύ μας.
Άφησα κενά; Σε κάλυψα;

ΤΙΤΛΟΙ

Συνολικές προβολές σελίδας